Η παρωνυχίδα με σούβλιζε με πόνο φοβερό. Μα κείνο που μ' έκανε να υποφέρω πιο πολύ ήταν που δεν μπορούσα να φωνάξω. Γιατί ήμουν στο ξενοδοχείο. Είχε νυχτώσει για καλά κι η κάμαρά μου βρισκόταν ανάμεσα σε δυο άλλες όπου οι άνθρωποι κοιμούνταν.
Τότε, βάλθηκα να βγάζω από το κρανίο μου μεγάλα ταμπούρλα, σάλπιγγες, κόρνα, κορνέτες, κι ένα μηχάνημα που βούιζε περσότερο κι από ΄να όργανο. Έτσι, χάρη στην υπέρμετρη δύναμη που μου έδινε ο πυρετός, έφτιαξα μια ορχήστρα που σε ξεκούφαινε. Όλα γύρω τρέμανε από τους κραδασμούς.
Τότε, σίγουρος πως μέσα σ' αυτόν τον πάταγο η φωνή μου δε θ' ακουγόταν, άρχισα να ουρλιάζω, να ουρλιάζω ώρες ολάκερες, ώσπου στο τέλος σιγά σιγά ανακουφίστηκα.
Henri Michaux
Μτφρ. Τάκης Σινόπουλος