Η μικρή τρελή αγαπημένη μου έβαζε να φάω, και απο το ανοιχτό παράθυρο της τραπεζαρίας θαύμαζα την κινούμενη αρχιτεκτονική που ο Θεός φτιάχνει με τους ατμούς, τις θαυμαστές κατασκευές του άπιαστου. Και μονολογούσα, μες στον ρεμβασμό μου:
"Όλες αυτές οι φαντασμαγορίες είναι σχεδόν το ίδιο ωραίες με τα μάτια της όμορφης πολυαγαπημένης, της μικρής απίθανης τρελής με τα πράσινα μάτια".
Και ξαφνικά δέχτηκα μια δυνατή γροθιά στην πλάτη και άκουσα μια βραχνή και γοητευτική φωνή, μια φωνή υστερική και σα γδαρμένη απο το ποτό, τη φωνή της μικρής μου λατρεμένης, που έλεγε:
- Θα φας καμιά ώρα τη σούπα σου, καταραμένε έμπορε σύννεφων;
Charles Baudelaire
Μτφρ. Εύα Μυλωνά