Μ' ένα μεγάλο ψαλίδι ανοίγει δρόμο ανάμεσα στα έπιπλα, θερίζοντας τα βαριά κλαδιά που φυτρώνουν παντού. Είναι ανθισμένα, αλλά δίχως πουλιά (έχουνε συναχτεί όλα μέσα στην καμινάδα που δε δουλεύει απο τον περασμένο χειμώνα). "Όμως τα κορμιά τους αναδίνουν τόση ζέστα, που δε χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει γάντια ούτε γκέττες ούτε εκείνες τις μάλλινες κάλτσες που βελάζουν κάθε φορά που προσπαθεί να τις περάσει μέσα στις στενές μπόττες του.
Μέσα στ' ανοιχτά λιονταρίσια στόματα των μπρούτζινων πόμολων του κρεββατιού είχε φυτέψει γαρύφαλλα για ν' ακούει στον ύπνο της το βουητό της μέλισσας που θα πετάει διψασμένη.
Οι καλόγριες, μόλις βγει το φεγγάρι πίσω απ' τα βράχια, πηδούν απ' τα κρεββάτια, λύνουν τα μαλλιά τους, ξεκουμπώνουν τους χιτώνες τους και υπνοβάτιδες, μ' ένα πλεχτό πανέρι στο μπράτσο, κατεβαίνουν στους κήπους. Γλιστρώντας σιωπηλές ανάμεσα στα δέντρα, ακολουθούν τον ίδιο πάντα δρόμο πάνω σε ράχες και σε κεφάλια περιστεριών.
Ε. Χ Γονατάς